Ο ίδιος χώρος που πριν λίγες ημέρες φιλοξενούσε χιλιάδες ορκισμένους μαυροντυμένους μεταλλάδες, το απόγευμα της Τρίτης γέμισε πολύχρωμες χαμογελαστές οντότητες, εκκεντρικά outfits σαν εκείνα που θα συναντούσες τις προάλλες στο Pride και μικρές ηλικίες που έδιναν την εντύπωση πως σε λίγο θα ξεκινούσε όχι το Release αλλά το Colourday, όπως πολύ εύστοχα σχολίασε ένας φίλος με το που περάσαμε την είσοδο του φεστιβάλ. Στην Πλατεία Νερού συνήθως αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου, χθες ένιωθα σαν να ήμουν the odd one out, αλλά αντί να αφήσω την διαπίστωση αυτή να με πετάξει «έξω», άφησα την ενέργεια να με παρασύρει και μπήκα σε έναν νέο κόσμο που δεν μου ήταν οικείος και που άθελά μου βρέθηκα να παρακολουθώ ανθρωπολογικά. Ανθρωπολογικής φύσεως είναι κυρίως και το όποιο σχόλιο θέλω να κάνω για την Rosalía, γιατί ενώ είμαι εξοικειωμένη με την ιστορία της, έχω ελάχιστη τριβή με τη μουσική της: σ'αυτό το σκληρό industry, για να μπορείς να κάνεις τη διαφορά, σίγουρα βοηθά το να έχεις άστρο (να έχεις φωνή, ρυθμό, κίνηση, σεξαπίλ), μα πιο πολύ βοηθά το να έχεις προσωπικότητα. Κι από αυτή έχει μπόλικη αυτό το κορίτσι από τη Βαρκελώνη, κάτι που ευτυχώς συνειδητοποίησε εγκαίρως η ομάδα συνεργατών της, με αποτέλεσμα το star status της να έχει εκτοξευθεί πολύ γρήγορα σε επίπεδα «Νο1 ambassador της Coca-Cola» και «Περιζήτητη Headliner», όχι μόνο στο Primavera της πατρίδας της, αλλά και στο αμερικανικό Coachella.
Πανέξυπνα σχεδιασμένο σκηνοθετικά, το show της ξεκινά με εκείνη να εμφανίζεται με «περπάτημα πασαρέλας» και περιτριγυρισμένη από χορευτές στο κέντρο της σκηνής, φορώντας το κράνος της (εκείνο που παραπέμπει στο εξώφυλλο του περιβόητου Motomami). Όλα όσα ακολουθούν στη συνέχεια, έχουν προγραμματιστεί προκειμένου να μεταμορφώσουν τη Rosalía από «απρόσιτη superstar» σε «μία από εμάς». Η Rosalía βγάζει το κράνος, χορεύει, ιδρώνει, σουφρώνει τα χείλια της, ποζάρει στον φακό, ιδρώνει κι άλλο, πίνει νερό σαν να πίνει μαγικό νέκταρ που θα της δώσει υπερδυνάμεις, παίρνει μια πετσέτα και ξεβάφεται, λύνει τις πλεξίδες της, αφήνει τα μαλλιά της να ιδρώσουν, να φριζάρουν, να μπερδέψουν, χαμογελάει (πολύ και πλατιά), λέει συνέχεια ευχαριστώ, έχει αποστηθίσει ολόκληρες φράσεις στα ελληνικά, κάθεται στο πιάνο, μας χαμογελάει ξανά, τυλίγεται με μια ελληνική σημαία, κυλιέται στο πάτωμα, κατεβαίνει στο κάγκελο, δίνει το μικρόφωνο σε έναν fan και τραγουδάνε μαζί, διαβάζει όλα τα συνθήματα που έχουν γράψει «τα Motomami της» σε πλακάτ, μας απευθύνει τον λόγο στα ισπανικά (ποτέ στα αγγλικά), με προσεκτική καθαρή προφορά, χορεύει κι άλλο, ανεβάζει την ένταση στο τέρμα, οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη, το κοινό τα ξέρει όλα απεξω (ξέρει-δεν ξέρει ισπανικά) τα visuals γιγαντώνουν το υπερθέαμα, η φωνή της δεν κλονίζεται ούτε μια στιγμή. Παράλληλα, μια σατανική κάμερα τραβάει κάθε τι που συμβαίνει στη σκηνή από κάθε δυνατή γωνία λήψης, πλησιάζει το πρόσωπό της σε απόσταση αναπνοής, την τραβάει από πάνω και από κάτω, την δειχνει αμακιγιάριστη και αληθινή, παράγει περιεχόμενο in real time, παράγει υλικό που θυμίζει selfie, instagram story, Tik Tok video, οι χορευτές αρπάζουν την κάμερα, τη γυρίζουν προς τα πρόσωπά τους, μας βγάζουν γλώσσα, ποζάρουν, η Rosalía σουφρώνει τα χείλη, ζαρώνει το μέτωπο, λύνεται στα γέλια, content, content, content! Το show τελειώνει, ο από πίσω μου βγάζει μια δυνατή ενθουσιώδη τσιρίδα, γυρίζω να τον κοιτάξω, το πελώριο χαμόγελό του αποτελείται από σιδεράκια.
Με κοιτάζει στα μάτια και μου λέει «μα δεν είναι φοβερή;», «τρομερή» του απαντάω και ξαφνικά δεν νιώθω πια εκτός.